Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

* ΥΔΡΑ 2 *







Όταν βρίσκεστε στην Ύδρα πάντα είναι μια ευκαιρία να επιδιώξετε μία συνάντηση με τον εαυτό σας, κάνοντας την διαδρομή από το λιμάνι ως τα Καμίνια, που ορίζονται από το κόκκινο σπίτι, την παλιά κατοικία του Μιαούλη, πάνω στην ακτή. Σημειώνω ότι η ίδια διαδρομή δουλεύει και για την περίπτωση που μπάστα πια με τον εαυτό σας, ώρα να φαρδύνουν οι ορίζοντες, στο νησί το σύμπαν συνωμοτεί και την συνέχεια την ξέρετε.


Προσπερνώντας λοιπόν τα καφέ της προκυμαίας με τις ριγέ τέντες και την θέα στο έμπα έβγα των ιπτάμενων, πιάνετε την μικρή ανηφόρα με τα κανόνια στα δεξιά σας να καλοβλέπουν την ραθυμία της Υδρονέτας και συνεχίζετε μακριά από το σούσουρο των ταξιδιωτών του διημέρου που έχουν πάρει στο κατόπι τα σελέμπριτις.


Τι ωραία που μπερδεύεται ο ήχος της θάλασσας με την επιμονή του τζίτζικα και πόσο κομψά κατεβαίνουν τα πεύκα μέχρι την παραλία αφήνοντας το άρωμά τους στο βραδάκι. Αν τύχει και φεγγάρι, η ρομαντική σας φύση θα χτυπήσει κόκκινο στη θέα του νερού που τρέμει σε ασημένιους τόνους και ακολουθεί τα βήματά σας μέχρι το χωριό.


Η καλύτερη ιδέα, να διαλέξετε ένα παγκάκι και να μαρμαρώσετε μέσα σε αυτό το φως μέχρι να έρθει να σας σώσει ο αγαπημένος σας δράκος σε πράσινο κυπαρισσί διότι από βελούδα και φτερά έχετε χορτάσει. Αν πάλι καθόλου δεν σκοτίζεστε για παραμύθια, το τοπίο τα μαγικά του θα τα κάνει, ακολουθήστε τη μυρωδιά της μέντας και θα σας βγάλει στο Καμίνι.

Μερικά σκαλάκια για την παραλία, γέλια μπερδεμένα με τον ήχο από ποτήρια και μαχαιροπήρουνα και μπροστά σας το σπίτι του ναυάρχου να ταιριάζει την ώρα του με τις βάρκες που αράζουν στα ρηχά. Ολοφάνερο ότι ο μέγας καραβοκύρης ήξερε το μυστικό, έφτιαξε το κονάκι του πάνω στο κύμα και έστριβε το μουστάκι του υπό τον παφλασμό του νερού, όταν δεν έβγαζε στο πέλαγο τα εμπορικά του. 

Τώρα ο ναύαρχος έχει τα Μιαούλεια, Ιούνιο μήνα γλεντάει το νησί, κι εσείς το πάνω χέρι διότι ο χρόνος είναι ενεστώτας και η θάλασσα παρούσα και τα μπουρλότα έχουν φύγει από τη μόδα.


Χαρά Γιαννοπούλου









Παρασκευή 25 Αυγούστου 2017

* ΣΠΕΤΣΕΣ *





Η απόβαση στις Σπέτσες, πώς να το κάνουμε, έχει τον ενθουσιασμό της. Μπαίνουμε στο θαλάσσιο ταξί και με το που ανάβει η μηχανή και το κύμα αφρίζει, βλέπω δίπλα μου την Μπουμπουλίνα να ξετυλίγει το λάβαρο. Λίγο παραπάνω θάλασσα από το όριο, αν είσαι της στεριάς, την πληρώνεις. Ο καπετάνιος κατεβάζει τα μπαγκάζια και η Ντάπια κάνει κύκλους, αλλά μέχρι το σπίτι ο αέρας είναι φρεσκαδούρα και ξαναφέρνει το χρώμα το σωστό στο μάγουλο.


Η διαδρομή, ανηφορικά μιλώντας, παίρνει έναν περιηγητικό χαρακτήρα καθώς περνάμε από την πλατεία του Ρολογιού. Είναι η ώρα που ο Παπαγιαννόπουλος ο Μέγας τσιμπάει ψήφους για τον Γκόρτσο. Με τις πιθανότητες μοιρασμένες, Πέρα ή Δώθε Παναγιά, κουβέντα να γίνεται, φτάνουμε στο σχολείο. Εδώ, όπως είναι ευρέως γνωστό, φοίτησε η Καρέζη, με σκοπό το μάστερ, μέχρι που χώθηκε στην βιβλιοθήκη του Κασσανδρέικου να συλλέξει γνώση. Τελικά συνέλεξε σύζυγο με προοπτικές.

Όμως για την ώρα η Τζένη διαβάζει για να γλιτώσει τον μισθουλάκο, δεκαετία του εξήντα αυτά, κι εμείς, με το απόγεμα προχωρημένο κατεβαίνουμε στο Ρούσσο για καφέ.  Μπροστά το λιμάνι και στα πόδια μας το χταπόδι που πρόλαβε να γίνει βοτσαλωτό πριν μπει στην κατσαρόλα. Παραταγμένα κατά μήκος και τα κανόνια, αλλά από μπαρούτι τίποτα, γιατί ακόμα δεν έχει γίνει ο γάμος στο νησί.






Ώσπου να πέσει ο ήλιος, οι Σπέτσες μυρίζουν γιασεμί, καρύδα και ψάρι στο τηγάνι. Υπάρχει και μια ιδέα από εξάτμιση από τα μηχανάκια που σφυρίζουν στα στενά. Αυτοκίνητα όμως δεν μπαίνουν στο νησί. Η προκυμαία πάλι είναι για καταστάσεις παλιομοδίτικες. Αμαξάκια πάνω κάτω στο παλιό λιμάνι, με κουδουνάκι στον ίδιο τόνο με το φλοίσβο. Αλλά με το πόδι είναι αλλιώς, το φεγγάρι περπατάει πιο αργά κι έχει πράγματα να πει.








Στο μεταξύ, μετά τον Άγιο Μάμα, η βόλτα συνεχίζεται κάτω από τα παράθυρα του Κωνσταντάρα που κανονίζει την προεκλογική συγκέντρωση του ανεψιού. Ογδόντα δραχμές το κεφάλι. Αλλά ο Γκόρτσος έχει μεγάλο ρεύμα. Και η ανάγκη βγάζει τη φαεινή ιδέα. Κι ενώ οι φραγκοσυκιές φυλάνε τα αρχοντικά, η Τζένη δέχεται τον συμβιβασμό για νυφικό γιαλαντζί,, για χάρη του μπαμπά της που ψωμί δεν έχει να φάει θέλει να μπερδεύεται με τα πολιτικάντικα. Μεγάλη η αγάπη του πατέρα βέβαια αλλά εδώ συντρέχει και έρως στο σενάριο.




Ωστόσο, σαράντα κύματα θα περάσει το αίσθημα ώσπου να γίνει αντιληπτό, μιάμιση ώρα ταινία. Τι μπάνια, τι αντιζηλίες, τι χασάπικο αξέχαστο η Καρέζη. Μέχρι και στην σπηλιά του Μπεκίρη θα δώσει στίγμα, κοντά στην παραλία, στους Αγίους Αναργύρους. Δυό εισόδους έχει η σπηλιά, μια τρύπα από την στεριά και μια βουτιά από το νερό. Από τη θάλασσα μπήκε το ζεύγος και αντιφέγγισε στον προβολέα το μαύρισμα της Τζένης. Κι εκεί που ο κύριος Μαντάς πήρε φόρα, οπισθοχώρησε άτακτα την τελευταία στιγμή. Θαρραλέα πολιτική καριέρα στον ορίζοντα.



Όμως οι Σπέτσες είναι με τη μεριά του έρωτα, γι αυτό η ένωση εις σάρκα μία θριάμβευσε στο τέλος. Ο μέλλων υπουργός ναυτιλίας συνήψε γάμο εκ συμφέροντος κατά βάση αλλά στο τέλος το αγάπησε το κορίτσι διότι ήταν ρομαντική φύση κι ας είχε πλούσιο θείο.


Έτσι έγινε φίρμα το νησί αλλά και η Δώθε Παναγιά που πιθανώς έδωσε και την αποφασιστική ψήφο. 

Χάπι εντ





Χαρά Γιαννοπούλου



Σάββατο 19 Αυγούστου 2017

* PIAZZA DI SPAGNA *








Μια φορά κι έναν καιρό, στην Πιάτσα ντι Σπάνια, μια θεότης, η Ώντρεϋ Χέπμπορν, σταμάτησε για να χαρεί το παγωτό της και να στείλει στο πυρ το εξώτερο το καθήκον της πριγκήπισσας. Κατά τον ρουν των γεγονότων, ερωτεύτηκε και τον Γκρέγκορυ Πεκ, τον κοινό θνητό, αλλά εκεί το παραμύθι έλαβε τέλος. Όμως η πλατεία ζει και είναι πλέον έγχρωμη και παρά την κοσμοθάλασσα που την καπακώνει, η γεωγραφία της είναι εντυπωσιακή.

Μπορεί λοιπόν η αυτοκρατορία να έγινε περίγελως τον καιρό του πολυχρονεμένου, του Αστερίξ, όμως από πιάτσα σε πιάτσα, το μεγαλείο παραμένει. Την εποχή της λιακάδας, το λιθόστρωτο γυαλίζει από τα στίφη που πατάνε το πόδι τους εδώ, πάντα στα πλαίσια του τουριστικού αμόκ. Μποντζιόρνο και μπονασέρα μην περιμένετε, διότι ο ντόπιος έχει παραδώσει τα κλειδιά στον περιηγητή και πιάνει τα δικά του στέκια, άγνωστα στο ευρύ κοινό.








Γύρω από την πλατεία τα κτίρια είναι πομπώδη, με την τερακότα τους ξεθωριασμένη και τα παράθυρά ορθάνοιχτα να σας κοιτάνε. Το έχουν αυτό το κλειστοφοβικό οι πιάτσες της Ρώμης. Νομίζεις ότι ο Ιούλιος στρογγυλοκαθισμένος στην ταράτσα του, παίρνει φόρα να κατεβάσει τον αντίχειρα και να αμολήσει τα λιοντάρια. Όμως, εκεί που ετοιμάζετε τις προσευχές, τραβιέται η κουρτίνα και έρχεται ως από μηχανής η κρήνη Μπαρκάτσα με το γάργαρο νερό της για να αποκαταστήσει το φενγκ σούι. Το όνομά της σημαίνει σαπιοκάραβο και όντως είναι μια βάρκα μισοβυθισμένη αλλά πλέον μαρμαρωμένη και πανταχού παρούσα στις αναμνηστικές.





Ακριβώς μπροστά της, ανεβαίνουν τα Ισπανικά σκαλιά, η περίφημη σκαλινάτα δηλαδή, φτιαγμένη για ρομαντικές ψυχές που αναζητούν το κατάλληλο σκηνικό για να ταυτιστούν. Και εδώ η προσπάθεια της πλατείας είναι αξιέπαινη. Λουλουδάδικα και αμαξάκια παρκαρισμένα και φοίνικες εξωτικοί. Όπως και να το κάνουμε, η Ρώμη αν και εξαίσια παρακμιακή, από τέτοια έχει τον τρόπο της.

Στην κορυφή τώρα της σκαλινάτας υψώνεται η Τρινιτά ντέι Μόντι με τους τρούλους και τον οβελίσκο της, να βλέπουν αφ΄ υψηλού την πιάτσα. Στο εσωτερικό της, μπαίνετε σε περιβάλλον άκρας ησυχίας, την ίδια στιγμή που η πλατεία έχει ξεμείνει από ανάσα. Μια ανακουφιστική απομόνωση, ευκαιρία να θαυμάσετε την ωραία ζωγραφική και την αρχιτεκτονική της καθολικής εκκλησίας.




Στο μεταξύ στην πλατεία, πάνω στην αναζήτηση πόσιμου νερού θα σας πουν ότι οι κρήνες είναι ό, τι πρέπει για ξεδίψασμα και είναι αλήθεια. Άρα δεν θα συντρέξει λόγος να ξοδευτείτε ασύστολα για το συγκεκριμένο αγαθό. Λίγο πιο πέρα στο κιόσκι είναι ευκαιρία να ανακαλύψετε τα ρωμαϊκά σουβενίρ, βλοσυρούς λεγεωνάριους δηλαδή, παραδομένους στα φίλτρα του Πανοραμίξ.

Πιθανώς να σκεφτείτε, τι δόξα να προσκομίζει άραγε ένας λεγεωνάριος, αλλά ξαφνικά θα κάνει την εμφάνισή της μέσα στο πλήθος η ιταλίδα ντίβα. Βαρύ κραγιόν και λουλούδια στο φουστάνι με προεκτάσεις μεσογειακές. Είναι το μέρος τέτοιο, όλα στον υπερθετικό, ακόμα και τα παγωτά κάθονται τρισδιάστατα στο χωνάκι. Αν παραγγείλετε και τον καπουτσίνο, που σερβίρεται σε τρεις αποχρώσεις του καφέ δεν θα το κουνήσετε εύκολα το μαντήλι στους ρωμαίους.
Γι αυτήν λοιπόν την ανυπέρβλητη δυσκολία ανακαλύφθηκε το αριβεντέρτσι. Λέτε ένα ¨στο επανειδείν¨, και παίρνει επιτόπου τα πάνω της η ρομαντική σας φύση που έχει παραπέσει κάπου στα ισπανικά σκαλιά

Χαρά Γιαννοπούλου