Ρώμη θα πει περπατώ και χαζεύω τους μαρμαρωμένους θεούς να παγώνουν με το βλέμμα τους τουρίστες που βουτάνε με θράσος τα πόδια στο σιντριβάνι τους. Εμείς όμως περιοριστήκαμε στο κέρμα για να έχει και ο δήμαρχος να πληρώσει το μποτέ του Ποσειδώνα, σε τόσο κόσμο εμφανίζεται κάθε μέρα ο θεός. Πρώτη μέρα στην πόλη, ήλιος μεγαλοπρεπής, όλα φαίνονταν καινούρια κι ας έχει ξεφτίσει η τερακότα, η Ρώμη μπελέτσα. Δεύτερη μέρα, το μετεό έγραφε βροχή και πόζαρε το σύννεφο με τις σταγόνες. Το καλό νερό ξεκίνησε αποβραδίς και είπαμε σωστή κίνηση, θα ξεσπάσει ο καιρός την νύχτα και το πρωί θα ξυπνήσουμε εν αιθρία. Το πρόγραμμα είχε Βατικανό, Βασιλική του Αγίου Πέτρου δηλαδή, έτσι τη λέγαμε, πλούσια, διότι δεν μας πήγαινε να πούμε έχουμε να πάμε στον Άγιο Πέτρο, και σε πέντε ώρες να πετάμε.
Πρωινό ξύπνημα με πιάνο από τον πάνω όροφο και στο άνοιγμα του παραθύρου σιγανοψιχάλισμα, ξέρετε, από αυτό που πάει με σταθερό ρυθμό σαν την άχνη στον κουραμπιέ. Μόλις καθίσει, επανάληψη. Μία ώρα βροχή, τρία λεπτά διάλειμμα. Να σημειωθεί ότι τέτοιες ώρες δεν είναι για ταξί στη Ρώμη, ο κλάδος βγαίνει μετά την νεροποντή, με τα σαλιγκάρια, η Καμίλα το είπε, τέικ δε μπας. Εισιτήρια από το ταμπάκι, λεωφορείο και μετά Τέρμινι για το μετρό.
Προμπλέμο τέκνικο στο μετρό, ξανά στη στάση για το λεωφορείο, η βροχούλα τη δουλειά της και οι πλανόδιοι στην πώληση, αδιάβροχα με το Κολοσέο στην πλάτη, σε όλα τα χρώματα. Ώσπου να αποφασίσω μεταξύ λιλά και μπλε, οι κάρτες στο σακίδιο έγιναν υδατογραφίες. Αποβίβαση στο Καστέλ Σαντ Άντζελο, απέναντι η Βασιλική με τον τρούλο της μεγαλειώδη στην αντάρα και συνέβη το θαύμα, η βροχή σταμάτησε. Αλαλαγμοί ακούστηκαν, αλλά πάνω που στήσαμε το σελφοκόνταρο με θέα στην Πόντε για την καλή την πόζα, κατεβαίνει μια μπόρα τύπου Κατρίνα και οι ομπρέλες δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Βέβαια, τον τουρίστα τίποτα δεν τον πτοεί, κι έτσι πήραμε θέση στην ουρά, στην Πιάτσα Σαν Πιέτρο διότι στο ναό δεν μπαίνεις αβασάνιστα, εκατόν πενήντα χρόνια το χτίζανε το οικοδόμημα, θέλει τα σέβη του. Όμως οι ουρές στη βροχή είναι για δυνατούς λύτες, πώς να φτάσεις στο στόχο με τη μέγιστη δυνατή αξιοπρέπεια. Ποτάμι το νερό στο σβέρκο από την ομπρέλα του μπροστινού, το αδιάβροχο νταντέλα σκισμένη, και η ουρά σαν τον Ποσειδώνα στη Φοντάνα ντι Τρέβι, κοκαλωμένη και βλοσυρή.
Τα λεπτά της ώρας χτυπούσαν μαζί με της βροχής τις στάλες ώσπου άνοιξε ο ορίζων και φάνηκε το μάταιο του πράγματος, το ένα εκατοστό της ουράς είχαμε καταπιεί. Επειδή λοιπόν στις καλές παρέες ένα βλέμμα φτάνει για την συννενόηση, σήμανε στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών, ηρωική έξοδος και ολοταχώς στο Τραστέβερε για πίτσα.
Ας περιμένει λοιπόν η Βασιλική, να΄ χουμε να χρωστάμε για την επόμενη φορά που ο Άγιος Πέτρος δεν θα έχει τα μπουρίνια του.
Χαρά Γιαννοπούλου