Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσεπέλοβο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τσεπέλοβο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

* ΖΑΓΟΡΟΧΩΡΙΑ *






Βράδυ προχωρημένο στο Ζαγόρι, το ηλιοβασίλεμα και η γλύκα του μαζί έχουν τελειώσει κι εμείς τραβάμε τον ανήφορο για το Τσεπέλοβο. Να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος, έχει γραφτεί, αλλά εμείς το παρακάναμε και να 'μαστε στο βουνό με το φεγγάρι από πάνω και τα στοιχειά από δίπλα. Μα τα χίλια ελάφια, εδώ είναι δάσος, όχι αστεία, και να μου έχει καρφωθεί και στο μυαλό ότι θα ξεμυτίσει πίσω από κανένα κορμό ο Γουίνι το αρκουδάκι για τίποτα μέλια.


Στο έμπα του χωριού κι ενώ έχει πέσει το σκοτάδι, κάνει ξαφνικά την εμφάνισή του ο ντορής, χρρρ και μας κόβει το αίμα. Τριγύρω μυρωδιά καβαλίνας ανακατεμένης με ξυλόσομπα, ο τσομπανόσκυλος να αλυχτάει και οι αγελάδες  να μουγκρίζουν για άρμεγμα. Εμβρόντητοι από τα φυσικά φαινόμενα, ας όψεται η πόλη, μπαίνουμε στα άδυτα του χωριού με στόχο τον ξενώνα.



Βλέποντας την Μαίρη, ανακαλύπτουμε ότι εδώ πάνω το μάγουλο είναι βερύκοκο διότι το Μιτσικέλι κατεβάζει φρέσκο αέρα τις περισσότερες ώρες της μέρας. Ανυπομονούμε για το επόμενο πρωί που θα κάνουμε έναρξη της περιηγητικής περιόδου. Με το πρώτο φως που μπαίνει από το παράθυρο, το ξύπνημα αποκτάει νόημα κι αν ο γείτονας κόβει ξύλα με το καλημέρα, καθόλου δεν μας ταράζει ο μονότονος ήχος από την παρακείμενη αυλή. Η Μαίρη ετοιμάζει ομελέτα με γαλοτύρι και μετά σερβίρει τον καφέ στον ήλιο, εξασκώντας την αγγλική, ράφτιν, τρέκιν, μάουντεν μπάικ και άουτντορ ακτίβιτις. Το αποδίδουμε στις συναναστροφές με τους ορειβάτες και τους αλπινιστές που λυμαίνονται την Πίνδο και βγαίνουμε από το χωριό με εξερευνητικές τάσεις.


Τα καλντερίμια από πέτρα φανερώνουν την τέχνη που εξασκούσε ο τόπος πριν πατήσουν το μέρος τα τέσσερα επί τέσσερα του σαββατοκύριακου. Χίλια σκαλιά είχαν φτιάξει οι μαστόροι για να ανεβαίνουν στο Βραδέτο τον δύσκολο καιρό. Όσο για τον Βίκο, πολύ πριν εμφιαλωθεί τον περνούσαν ποδαράτοι ή με το ζώο όταν ο Βοϊδομάτης κατέβαζε το θερμόμετρο από το μηδέν, και έδινε στο εγχείρημα κάτι από επικίνδυνες αποστολές.



Βέβαια είχαν τα ονομαστά γεφύρια τους, αληθινά έργα τέχνης, ωραία, τοξωτά, να περνούν πάνω από το ποτάμι ειδικά φτιαγμένα για ισορροπιστές με βροχές και χιόνια. Τώρα κάνουμε μια στάση στον Κόκκορο με τον θεόρατο βράχο που βάζει τα πόδια του στο νερό. Ο Βοϊδομάτης από κάτω γυαλί κι εμείς περπατάμε πάνω στις πέτρες με φόντο την καμπύλη του θαυμάσιου γεφυριού. Στο φως της μέρας όλα είναι ξεκάθαρα, χωρίς μυστικά, αλλά τη νύχτα βλέπω τα πνεύματα του δάσους με τις ρόμπες τους να συναγελάζονται με τον κυρ Νούτσο, βασικό χορηγό του έργου. 


Λίγο πριν πάρουμε την στροφή για τους Κήπους φαίνεται το Καλογερικό, τρίτοξο γεφύρι αυτό, ίδιο η πλάτη της κάμπιας αλλά σε πέτρα. Στο βάθος το χωριό φαίνεται σε βαθύ γκρίζο σαν μπαρουτοκαπνισμένο. Προχωρώντας στα ενδότερα, τα καλντερίμια μας βγάζουν σε μια άλλη εποχή, κι εμείς περπατάμε στο φθινόπωρο διακριτικά γιατί οι γειτονιές εδώ δεν αρέσκονται σε άσκοπους θορύβους.

Στο Δίλοφο η πέτρα ασπρίζει ενώ στην είσοδο του χωριού κάνει εντυπωσιακή εμφάνιση το αρχοντικό Μακρόπουλου, το ψηλότερο στο Ζαγόρι που έχει και μια συγκινητική ιστορία να μας πει. Το σπίτι χτίστηκε με τα πατώματα ως τον ουρανό για να βλέπει η νύφη από τα παράθυρά της το πατρογονικό της στο απέναντι χωριό. Ευγενική προσφορά δηλαδή ενός ερωτευμένου συζύγου. Στο μεταξύ, με χαρά διαπιστώνουμε ότι το μέρος δεν το πατάνε τα αυτοκίνητα διότι αυτό το στολιδάκι Ηπείρου είναι παραδοσιακός οικισμός, Περπατώντας στα σοκάκια, θαυμάζουμε την αρχιτεκτονική λιτότητα, όλα μελετημένα, από πού θα φύγει το νερό, πού θα πατήσουν τα ζώα, πώς δεν θα μπάσει βροχή η στέγη. Και τι ωραία που ταιριάζει η πέτρα με τα γαλάζια παραθυρόφυλλα και την δαντέλα στο χέρι.





Ένα κι ένα είναι τα χωριά, ζωγραφιές καρφιτσωμένες στο βουνό, ακόμα και ο τσοπάνος που μας ζητάει τσιγάρο στο δρόμο έχει δέσει με το σκηνικό και μιλάει με τις αλεπούδες. Κι ενώ βγαίνει το σούρουπο από το βουνό, γεμίζουν τον αέρα οι μυρωδιές της εξοχής, αναμμένο τζάκι, μέντα και πρόβατα που πάνε για ύπνο.



Καθώς επιστρέφουμε στο Τσεπέλοβο, έχουμε παρέα τις σκιές των δέντρων που μας ακολουθούν κάτω από την λάμψη του φεγγαριού. Το σκοτάδι έχει πέσει από ώρα και τα φώτα στα σοκάκια κάνουν το σκηνικό παραμυθένιο. Στον ξενώνα μας περιμένει φωτιά και αλευρόπιτα, παραγγελία από το πρωί για ένα τραγανιστό σουαρέ με ψιλοκουβέντα. Όσο για τον Γουίνι, όπως μάθαμε στα νέα της επόμενης μέρας, εθεάθη την νύχτα στην πλατεία σε φάση υπογλυκαιμίας αλλά το χωριό είχε ήδη πέσει για ύπνο με τις πόρτες μανταλωμένες. 



Συνεχίζεται..




Χαρά Γιαννοπούλου