Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πήλιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πήλιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2018

* ΜΑΚΡΙΝΙΤΣΑ *






Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι, μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές, είπε ο ποιητής και κατέβασε την καπαρντίνα του από το πατάρι με τα φθινοπωρινά. Να μένουν οι θάλασσες και τα λιοπύρια, σκέφτηκε, το φθινόπωρο έχει κι αυτό το μερίδιό του στην έμπνευση.


Την ίδια στιγμή, στα περίχωρα της Μαγνησίας, η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά λάβαινε τον διορισμό της για την ωραία Μακρινίτσα. Η επετηρίδα την έστειλε στο βουνό των Κενταύρων, δίνοντας έτσι μια καινούρια διάσταση στην φράση παίρνω τα βουνά. Και επειδή το σχολείο, όσο να πεις, είναι βαρέα και ανθυγιεινά, το τσίπουρο φάνηκε η μόνη λύση, με ή χωρίς γλυκάνισο. Στα μέρη αυτά το λένε φάρμακο, με το δίκιο τους βέβαια, και μας το σερβίρουν με λουκούμι, για το καλώς ορίσατε.


Η Μακρινίτσα βλέπει στον Βόλο και απέχει από την πόλη κοντά ένα τέταρτο της ώρας οδικώς. Με το αυτοκίνητο φτάνουμε κι εμείς στο χωριό και με το πρώτο μας παίρνει ο ενθουσιασμός. Στον ξενώνα, μετά από τρεις σκάλες, βρισκόμαστε στα ψηλά με την καρυδιά δίπλα στο παράθυρο και τον Παγασητικό στο βάθος. Ο ήλιος απλώνεται στο δωμάτιο με τα παλιά έπιπλα και μας προετοιμάζει για μια μέρα στεγνή και τριζάτη από τα ξερά φύλλα που ξαπλώνονται στο πλακόστρωτο.


Όμως το μεσημέρι τα σύννεφα μαζεύονται ετοιμοπόλεμα πάνω από το κοντοσούβλι της Κατερίνας. Η νεροποντή θα ξεκινήσει το απόγεμα με ήχο παραπονιάρικο σε ονειρικό σκηνικό. Το τοπίο σαν να έχει μια νερένια κουρτίνα που πίσω της συνωμοτεί η μυθολογία της περιοχής. Αιώνες τώρα οι βροχές ποτίζουν και πρασινίζουν το Πήλιο για να κάνει ο Χείρων τα ποδοβολητά του στις πλαγιές, μαζεύοντας τσάγια του βουνού.


Καθώς βραδιάζει το νερό εξακολουθεί να πέφτει σταθερά. Τα λιθόστρωτα γυαλοκοπάνε και τα φυλλώματα στάζουν. Η θέα στον Βόλο είναι σαν σε διαστημικό σταθμό αλλά μας επαναφέρει η μυρωδιά του χωριού, που βγαίνει στην ατμόσφαιρα μετά από τόσες ώρες υγρασίας. Ως την πλατεία το καλντερίμι είναι ανηφορικό με κλίση που μας κόβει την ανάσα. Εκεί στην μαρμάρινη κρήνη γινόμαστε μάρτυρες του καβγά ανάμεσα στον Καλογήρου και τον τηλεγραφητή που δεν μπόρεσε να εκτιμήσει την καλή καρδιά του μεγαλομπακάλη από την αρχή της ταινίας. Τριγύρω ψυχή.


Το επόμενο πρωί, με τις διαφορές πλέον λυμένες, ο ήλιος έχει καταλάβει το χωριό και στεγνώνει τα πεζούλια. Αλλά δεν είναι ο μόνος καταληψίας. Είναι Κυριακή και οι Βολιώτες ανεβαίνουν στην Μακρινίτσα για τον καφέ τους στο Κεντρικόν. Κλασσικό σημείο για καρτ ποστάλ. Ο πλάτανος στην μέση, τα φύλλα πεσμένα στο πλακόστρωτο και τα τραπεζάκια έξω. Λίγο πιο πέρα η κρήνη με τις λεοντοκεφαλές φωτογραφίζεται με τους περαστικούς που ακουμπάνε στο καγκελάκι της στέρνας της.




Στον Θεόφιλο μπαινοβγαίνει ο σερβιτόρος με τους ελληνικούς και το γλυκό κεράσι. Το καφενείο είναι στο ισόγειο ενός παμπάλαιου κτιρίου. Για του λόγου το αληθές, στο εσωτερικό του καμαρώνει μια τοιχογραφία του γνωστού λαϊκού ζωγράφου. Είναι η Μάχη στην κρύα βρύση με πρωταγωνιστή τον Κατσαντώνη σε κατάσταση κλέφτικης σιέστας. Από το καλντερίμι έξω παρατηρούμε τα παιδιά του σχολείου να κάνουν γύρους τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Την ίδια ώρα ο καλοκάγαθος Ζερβός ανησυχεί μαζί με τον παπά του χωριού για την πολιτική κατάσταση που είναι γραφτό να αφήσει το γαμήλιο γλέντι στη μέση.


Τα μαγαζάκια έχουν τις πόρτες ανοιχτές για ρετσέλια και ρακόμελα. Και πάνω απ΄ όλα για βότανα. Πασιφλόρα για τα νεύρα, μέντα για το βήχα, δίκταμο για το στομάχι και ο κατάλογος μακραίνει. Πέρα δώθε ο κόσμος αλλά από φασαρία δεν έχουμε έλλειψη, οπότε παίρνουμε τον δρόμο με τα πόδια για την Πορταριά για να επανεκτιμήσουμε τις οξιές. Περίπου δυόμιση χιλιόμετρα είναι η απόσταση, όσο πρέπει για να το σκάσουμε από την βουή των τουριστικών λεωφορείων.


Στην διαδρομή έχουμε την ευκαιρία να δούμε τη Μακρινίτσα από απόσταση. Υπέροχη. Παραδοσιακός οικισμός από το 1980. Τα σπίτια φτάνουν ως τρεις ορόφους, έχουν σκεπές από πέτρα και πολλά παράθυρα για να βλέπουν την θάλασσα. Η Μακρινίτσα είναι μπαλκόνι και από κει αρχίζει η ομορφιά της, μετά μπαίνει η φύση και το μερακλίδικο χέρι και έτοιμο το έργο τέχνης.



Περπατώντας πίσω στον οικισμό, καταλαβαίνουμε ότι τώρα τα χιλιόμετρα μετράνε διπλά. Όμως αυτός είναι και ο μόνος τρόπος εδώ πάνω αφού και ένα βουνό είναι ένα ποίημα που σου γυρεύει να τ΄ ακούσεις γράφει  ένας άλλος ποιητής. 

Χαρά Γιαννοπούλου